Ἀψευδῆ — Ἀψευδής masc voc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ἀψευδῇ — Ἀψευδής masc dat sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀψευδῇ — ἀψευδέω not to lie pres subj mp 2nd sg ἀψευδέω not to lie pres ind mp 2nd sg ἀψευδέω not to lie pres subj act 3rd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Μουσείο, Εκκλησιαστικό Μονής Αγίου Νεοφύτου (Τάλα Κύπρου) — Το μουσείο λειτουργεί σε πέντε αίθουσες της ανατολικής πτέρυγας της Μονής του Αγίου Νεοφύτου, που βρίσκεται δέκα χιλιόμετρα βορειοδυτικά της Πάφου. Η συλλογή του αποτελείται αφ’ ενός μεν από εκκλησιαστικά κειμήλια, όπως εικόνες, ιερατικά άμφια… … Dictionary of Greek
безлъжьно — (2*) нар. к безлъжьныи: поистинѣ безложно многы скорби праведнымъ. (ἀληϑῶς) ГА XIII XIV, 66б; тъ ми бо дасть соущихъ разоума безложно вѣдати съставъ ||=всего мира (τὴν γνῶσιν ἀψευδῆ) Там же, 94 95 … Словарь древнерусского языка (XI-XIV вв.)
нелъжьныи — (40) пр. 1. Правдивый, не ложный: Не лъжьнъ рекыи. приходѧштѧаго къ мънѣ не иж(д)енѹ вънъ. Изб 1076, 57; нелъжна˫а рекоша ѹста живаго хлѣба съ нб҃се съшьдъшаго. УСт XII/XIII, 203 об.; старець же ѿверзъ неложна˫а сво˫а ѹста. и хотѧщюю быти… … Словарь древнерусского языка (XI-XIV вв.)
EST — Dei nomen, etiam apud Gentiles. Quo pertinet Fani Mainervae, quod Sai in Aegypto erat, inscriptio, a Plutarch. de Isid. et Osir. p. 354. relata, Ε᾿γὠ ἐιμὶ πᾶν τὸ γεγονὸς, καὶ ἦν καὶ ἐσόμενον, Ego sum, quod Exstitit, EST, Erit. Atqueve alia τȏυ Εἰ … Hofmann J. Lexicon universale
κύπρος — I Νησιωτικό κράτος της ανατολικής Μεσογείου. Βρίσκεται Δ της Συρίας και Ν της Τουρκίας.Η Κ. είναι το τρίτο σε μέγεθος νησί της Μεσογείου και ανήκει γεωγραφικά μεν στη Μικρά Ασία, πολιτικά όμως στην Ευρώπη. Ο πληθυσμός της είναι 80% Ελληνοκύπριοι … Dictionary of Greek